- βιαίῳ
- βίαιοςforciblemasc/neut dat sgβίαιοςforciblemasc/fem/neut dat sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
βιαίωι — βιαίῳ , βίαιος forcible masc/neut dat sg βιαίῳ , βίαιος forcible masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
невольныи — (79) пр. 1.Лишенный желаний, не обладающий волей: си ѹбо. хс҃вѣ дъвѣ ѥстьствѣ чьтѹть. и ѥдинъ съставъ. невольнѹ же и недѣтельнѹ. мысльно д҃шевьнѹю г҃ню плъть проповѣдающе быти. (ἀϑέλητον) КЕ XII, 273а. 2. Непреднамеренный, совершенный без умысла … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
Захват людей — • Άνδροληψία, собственно похищение людей. В Афинах существовал такой закон: Έάν τις βιαίω θανάτφ αποθάνη, ύπέρ τούτου τοι̃ς προσήκουσιν ει̃ναι τας ανδροληψίας, εως αν η δίκς του̃ φόνου ύπόσχωσιν η τους αποκτείναντας… … Реальный словарь классических древностей
LABOSSARDACHUS — Babylonis Rex adhuc infans coronatus, cum futurae pravitatis indicia ederet, consensu Procerum Occisus est, surrogato Evilmerodacho. Quidam illum, utpote brevis imperii. silentio ptaetereunt. Alii cum Balthasare confundunt. Beros. apud Ioseph. l … Hofmann J. Lexicon universale
προσωδία — Το σύνολο των γλωσσικών φαινομένων των σχετικών με τον τόνο και την ποσότητα (βραχύτητα ή μακρότητα) των συλλαβών. Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως στη μετρική. Αντίθετα, στη σύγχρονη γλωσσολογία, με τον όρο π. εννοούμε το σύνολο των φωνητικών… … Dictionary of Greek
υπέρ — ὑπέρ, ΝΜΑ, και επικ. τ. ὑπείρ και λεσβιακός τ. ἴπερ και παμφυλιακός τ. ὐπάρ και αρκαδ. τ. ὁπέρ και βοιωτ. τ. οὗπερ, Α (δισύλλαβη πρόθεση που συντάσσεται με γεν., αιτ. και δοτ.) ΣΥΝΤΑΞΗ ΣΗΜΑΣΙΑ: Ι. (με γεν.) δηλώνει: 1. (σχετικά με πρόσ. και πράγμ … Dictionary of Greek